Ώρα για εργασίες!!!
1. Να υποθέσεις ότι είσαι ο
πρωτομάστορας και καταγράφεις στο ημερολόγιό σου (σε α΄
πρόσωπο) τα γεγονότα της ημέρας και τα συναισθήματά σου.
Τρίτη 13 Μαρτίου 1600
Αγαπητό ημερολόγιο,
Σε
τούτο τον τόπο έφερα 1300 χτίστες,45 μαστόρους,60 μαθητάδες για να φτιάξω ένα
γεφύρι στην Άρτα. Μάταια προσπαθούσα να το στεριώσω διότι το βράδυ πάντα γκρεμιζόταν!
Θυμούμαι την γιαγιά μου να μου λέγει
μύθους μα ποτέ εν την πίστευα... μα τώρα
την πιστεύκω! Μια μέρα εμφανίστηκε μπρος μου ένα πουλί το οποίο την λύση μου
δωκε με ανθρώπινη φωνή "Γεφύρι δεν στεριώνει εκτός αν την γυναίκα σου μέσα
βάλεις ! Στενοχωρήθηκα αρκετά! Σε δίλημμα βρισκόμουν... τους ανθρώπους να
βοηθήσω ή την γυναίκα μου να σώσω; Λέγω στο πουλί και εντολή του έδωκα... να
πει στην μονάκριβη γυναίκα μου αργά να΄ ρθει.... Μα αυτή γοργά ήρθε... ήταν η
τελευταία φορά που την έβλεπα να μου χαμογελά και η τελευταία που θα δω τα
γαλανά της μάτια. Έπρεπε κάποιο τρόπο να βρω για να την ξεγελάσω...τον γάμο μου
θυσίασα και την βέρα μου έκανα πως είχα χάσει... Αυτή πάντα πρόθυμη πήγε να την
βρει μα την παγίδα πάτησε και γω την μεγάλη κοτρόνα βάζω και κει μέσα για πάντα την
κλείνω. Τα μούτρα μέχρι χάμω τα είχα. Την δουλειά ετελειώσαμε και ευχαριστημένοι
ήταν όλοι! Στο σπίτι είμαι τώρα και σκέπτομαι τι να κάνει; Τι να σκέπτεται; Μονάχα
Παναγία μου κακή σκέψη μες στο μυαλό της
να μην μπει, διότι εγώ δεν ήθελα να την ξεφορτωθώ ούτε άλλη γυναίκα να
χω...ήθελα απλά τους συμπολίτες μου να βοηθήσω... χωρίς όμως την γυναίκα μου
στο γεφύρι να βάλω!
Τρίτη 16 Μαρτίου 1604
Αγαπητό μου ημερολόγιο
Σήμερα ξημέρωσε άλλη μια μέρα δουλειάς στο γιοφύρι
ανάμεσα στα καταπράσινα δέντρα και στο αγνό διαυγές ποτάμι εδώ στην παραδοσιακή
Άρτα. Αλλά όπως και τις προηγούμενες μέρες όταν πήγαμε στο γιοφύρι, ήταν και
πάλι γκρεμισμένο. Οι καημένοι οι μάστοροι και οι μαθητάδες μοιριολογούσαν και
κλαίγανε. Τους λυπάμαι, τους καταλαβαίνω αλλά και ως πρωτομάστορας πρέπει να
δίνω το παράδειγμα, πρέπει να μην λυγίζω. όμως κάποιες φορές δεν τα καταφέρνω
ούτε εγώ. Παρόλα αυτά σήμερα έγινε κάτι το… υπερφυσικό. Ένα πουλάκι πέρασε και
κάθισε αντίκρυ στο ποτάμι. Όμως δεν ήταν ένα φυσιολογικό πουλάκι, γιατί δεν
κελαηδούσε ούτε σαν πουλί, ούτε σαν χελιδόνι, μόνο κελαηδούσε και μιλούσε με ανθρώπινη
γλώσσα. Μας μίλησε. Εμείς ξαφνιαστήκαμε. Μας είπε ότι αν δεν στοιχειώσουμε
άνθρωπο, το γιοφύρι δεν θα κατασκευαστεί. Αλλά μας προέτρεψε να μην θυσιάσουμε
ούτε ορφανό, ούτε ξένο, ούτε διαβάτη, παρά…
την όμορφη γυναίκα μου! Μόλις το άκουσα πόνεσα πολύ, που έπρεπε να πεθάνει η
γυναίκα μου, το άτομο που με παρηγορεί, με
φροντίζει, με βοηθάει. Το άτομο που αγαπώ πάρα πολύ. Αρχικά σκέφτηκα ότι τελικά
ίσως δεν θα έπρεπε να θυσιάσω την ίδια μου τη γυναίκα. Αλλά, πες μου
ημερολόγιο, μπορείς να απορρίψεις το δημόσιο συμφέρον μόνο και μόνο για να
εκπληρώσεις το δικό σου; Από ότι καταλαβαίνεις, με βαριά καρδιά είπα στο πουλί
να πάει να της πει αργά να ντυθεί, αργά να αλλαχτεί και να έρθει αργά
στο γιοφύρι, ώστε να κερδίσει λίγο χρόνο ζωής
και εγώ να σκαρφιστώ ένα σχέδιο μήπως και τη σώσω. Όμως αυτό το πουλί το
στενόμυαλο, το ξεροκέφαλο, αλλιώς επήγε κι είπε: «Γρήγορα ντύσου και άλλαξε και
γρήγορα πήγαινε στο γεφύρι» Η καημένη, η βαριόμοιρη, η ξέγνοιαστη ήρθε στο
γεφύρι γρήγορα. Μόλις την είδα, ράγισε η καρδιά μου, γιατί σε λίγο θα άρχιζε η
θυσία. Αυτή ακόμα ξέγνοιαστη χαιρετά τους μάστορες και τους μαθητάδες και τους
ρωτάει τι έχουν πάθει και είναι στενοχωρημένοι. Ένας πετάγεται και της
αφηγείται ένα ψεύτικο γεγονός, ότι δηλ. έπεσε το δαχτυλίδι του γάμου μας στην πρώτη καμάρα και όλοι
αναρωτιούνται ποιος θα πάει να το πάρει. Εκείνη με παρηγορεί και λέει πως θα πάει εκείνη να το πιάσει, αλλά
…πού να ξερε! Την κατεβάσαμε κοντά μέχρι τη μέση και τότε την ακούσαμε να ζητά
να την τραβήξουμε πάλι πάνω, γιατί δεν βρήκε τίποτα. Τότε γρήγορα ένας πιάνει
το μυστρί και σοβατίζει, άλλος βάζει ασβέστη και εγώ μαζί με την ευθύνη που έχω
ως πρωτομάστορας ρίχνω μια μεγάλη πέτρα. Μαζί με αυτή πέτρωσε και η καρδιά μου.
Αυτή άρχισε να μοιριολογεί και μίλησε για τις θυσίες των δύο μεγαλύτερων
αδερφών της και από τον μεγάλο της θυμό καταράστηκε το γεφύρι και είπε να τρέμει
όπως τα φύλλα της καρυδιάς και οι διαβάτες να πέφτουν όπως τα δεντρόφυλλα. Τότε
ένας εργάτης της θύμισε ότι έχει έναν
μονάκριβο αδελφό και πρέπει να αλλάξει την κατάρα μήπως και περάσει. Και
εκείνη το έκανε. Έδωσε μιαν ευχή: «Ἁν γίνεται σεισμός να τρέμει το γεφύρι και
αν πέφτουν τα άγρια πουλιά να πέφτουν οι
διαβάτες» Από ό,τι καταλαβαίνεις αγαπητό μου ημερολόγιο είχα μια πολύ άσχημη
μέρα και θέλω να μάθεις κι εσύ ότι η σημασία της γυναίκας για τον άνδρα φαίνεται, όταν τη
χάσει…
Μάνος Κιαπόκας
ΣΑΒΒΑΤΟ, 21 ΟΚΤΩΒΡΗ
Αγαπημένε
μου Αρχιμήδη,
Σήμερα
ήταν η πιο άσχημη μέρα της ζωής μου.Συνέβησαν πολλά πράγματα.Ένα από αυτά ήταν
ότι έχασα τον πιο σημαντικό άνθρωπο της ζωής μου.Αυτός που μου έδινε την
αγάπη,την στοργή να είμαι πάντα χαρούμενος και αποδοτικός σε αυτό που
κάνω.Αυτός ο άνθρωπος που είχε πάρα πολύ αξία για μένα ήταν η γυναίκα μου.Ήθελα
να ζήσει λίγο παραπάνω αλλά αυτό το ανελέητο πουλί της είπε να έρθει γρήγορα
στο γιοφύρι.
Αρχιμήδη
μου πρέπει να ξέρεις ότι στη ζωή πρέπει να παίρνουμε δύσκολες άλλα σωστές
αποφάσεις.Στην προκειμένη περίπτωση ή θα ζούσε η γυναίκα μου και θα γκρεμιζόταν
το γιοφύρι ή θα «στοίχειωνε» το γιοφύρι και δεν θα γκρεμιζόταν ποτέ ξανά.Όπως
κατάλαβες Αρχιμήδη διάλεξα την δεύτερη απόφαση γιατί θα έχανα μια ζωή αλλά θα έσωζα
πολλές.Όμως αυτό που με προβληματίζει και έχω τύψεις γι’αυτό είναι ότι δεν της
είπα την αλήθεια.Αλλά δεν θέλω να μιλάω άλλο γι’αυτό γιατί όσο το σκέφτομαι μου
έρχεται να βάλω τα κλάματα.
Σε
αφήνω τώρα αγαπημένε μου Αρχιμήδη.Καληνύχτα και όνειρα γλυκά!
Υ.Γ:Το ημερολόγιό μου όπως καταλάβατε το έχω
«βαπτίσει» Αρχιμήδη.
Βασίλης Αραπογιάννης
Να
υποθέσεις ότι είσαι ο δήμαρχος της περιοχής και να γράψεις μια ευχαριστήρια
επιστολή στον πρωτομάστορα για τη θεμελίωση του γεφυριού επισημαίνοντας τη
θυσία της γυναίκας του.
Αξιότιμε κύριε πρωτομάστορα,
Σκοπός αυτής της επιστολής
είναι να σας συγχαρώ για την επίτευξη της θεμελίωσης του γεφυριού της Άρτας.Όπως γνωρίζετε η γέφυρα
αυτή βοηθά καθημερινά πολύ κόσμο που θέλει να περάσει την απέναντι όχθη του
ποταμού. Διευκολύνεται το εμπόριο με
άλλες πόλεις και ακόμη μπορούμε να ταξιδεύουμε πιο γρήγορα και να καλύπτουμε
τις ανάγκες μας. Από την άλλη, έχουμε μεγάλη έλευση επισκεπτών της περιοχής
μας.
Ωστόσο μάθαμε την μεγάλη
θυσία της γυναίκας σας που και σε σας προκάλεσε μεγάλη θλίψη. Γνωρίζουμε ότι
είναι πολύ δύσκολο για σας να δείξετε
υπομονή αφού η αγαπημένη σας σύζυγος έδωσε τη ζωή της για το καλό της
πόλης. Μακάρι να μην είχε γίνει αυτή η θυσία.
Κλείνοντας,
η πόλη μας θα νιώθει αιώνια ευγνωμοσύνη για σας και ως ένδειξη τιμής θα
ονομάσουμε το γεφύρι μας “το γεφύρι της Λυγερής”. Όχι μόνο αυτό, θα
τοποθετήσουμε άγαλμα που θα απεικονίζει τη μεγάλη ευεργέτιδα μας.
Με τιμή
Ο Δήμαρχος της Άρτας
Γιάννης Κίννας
Να γράψετε ένα άλλο τέλος ή ποίημα με αφορμή το γεφύρι της Άρτας
Τριάντα πέντε μάστορες μεγάλοι και τρανοί
ήταν οι υπεύθυνοι το κάστρο να χτιστεί.
Ξεκίνησαν λοιπόν την περσινή χρονιά
μα που να φανταζόντουσαν τέτοια γρουσουζιά;
Όλη μέρα χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν.
Και ο πρωτομάστορας ήταν αυτός
που πιο πολύ θλιβόταν.
Έτσι γυρνούσε σπίτι του με δάκρυα στα μάτια
κι αναρωτιόταν τι να φταίει και γίνεται κομμάτια.
Μια μέρα που κοιμότανε και είχε τον καημό του
τη λύση του έστειλε ο θεός μέσα απ' το όνειρο του.
Ο γιος του λέει
αν δεν χαθεί
Το κάστρο που ονειρεύεται ποτέ δε θα χτιστεί.
Ξυπνάει ο μάστορας και κλαίει με λυγμούς
Θεέ μου ούτε δυο ούτε τρεις δεν έχω γιους
μα αν τον μονάκριβο μου γιο ποθείς να αποκτήσεις
δεν σου χαλάω χατίρι, θα σου δώσω ό,τι θελήσεις.
Κι έτσι ξυπνάει
ο μάστορας το άλλο πρωί και λέει στο παιδί του
να έρθει όσο
πιο αργά μπορεί να φέρει το φαΐ του.
Έρχεται ο γιος έτσι λοιπόν και βρίσκει τον πατέρα.
-Πως κι ήθελες
εμένα σήμερα και όχι τη μητέρα;
-Πρέπει να θυσιαστείς του λέει και το παράπονο τον
πιάνει
δεν θα μπορούσε
να επιτρέψει να πεθάνει ο γιος του μες
στην πλάνη
Κι ο γιος το
αποδέχεται να κατεβεί στον Άδη.
Μα πρώτα από όλα θα ήθελε μια τελευταία χάρη
Το ένα χέρι μου άσε μου πατέρα έξω απ' το χώμα
να παίζω τα παιχνίδια μου, να 'χω χαρά ακόμα
Τέλος μια τρύπα κάνε μου πάνω απ' το πρόσωπο μου
να βλέπω τα άστρα του ουρανού μετρώντας τον καημό μου.
Βασίλης Κεφαλιανός-Παντελής Κόλιας
17 Απριλίου 1612
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Μου είναι δύσκολο να εξηγήσω πού ή πώς βρήκα το κουράγιο να κουνηθώ από τη θέση μου για να σου γράψω. Από την ώρα εκείνη που το
άκουσα, το χέρι μου δεν έχει πάψει να τρέμει. Το στόμα μου δεν έχει
βγάλει λαλιά, το μάτι μου έχει αγνοήσει κάθε τι που έχει περάσει από
μπροστά του. Το σώμα μου δεν έχει νιώσει το κρύο της νύχτας που έπεσε
εδώ, δίπλα στο μισοτελειωμένο -μα ποτέ τελειωμένο- γιοφύρι της Άρτας. Το
μυαλό μου έχει σταματήσει να κάνει την οποιαδήποτε σκέψη, μονάχα
επαναλαμβάνει τη λέξη <<Τέρας>> ξανά, και ξανά, και ξανά.
Τέρας εγώ, εγώ που τολμώ να αφαιρέσω τη ζωή ενός ανθρώπου που
ποτέ δεν έφταιξε σε τίποτα. Ενός ανθρώπου που πάντα έβαζε εμένα πάνω από
τον ίδιο του τον εαυτό, ενός ανθρώπου στον οποίο υποσχέθηκα αιώνια
πίστη και αγάπη... Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο αγαπημένο μου
ημερολόγιο, δεν πρόκειται ποτέ να συγχωρέσω τη πράξη μου αυτή, πόσο
μάλλον τον εαυτό μου.
Γιασεμή Κιοσέογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου