Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Ζωγραφίζοντας την ιστορία του Βάνκα




Η υπόθεση του διηγήματος του Άντον Τσέχωφ: Ο Βάνκας είναι ένα ορφανό παιδάκι εννιά ετών που δουλεύει σε ένα τσαγκαράδικο στη Μόσχα. Την παραμονή των Χριστουγέννων που έμεινε μόνος στο μαγαζί κάθισε και έγραψε ένα γράμμα στον παππού του στο χωριό σχετικά με τη ζωή του εκεί και στο τέλος τον παρακαλεί να έρθει να τον πάρει, γιατί τον κακομεταχειρίζονται. Το πηγαίνει να το ταχυδρομήσει, αλλά στο φάκελο γράφει μόνο το όνομα του παππού χωρίς τη διεύθυνση.

Ας δούμε τώρα πώς απεικόνισαν οι μαθητές την ιστορία του μικρού βιοπαλαιστή. 





Ιωάννα Μίτεβα











 Θεοδώρα Πετρή



Άγγελος Γεωργαράς

Στέφανος Διακονικολής



και μία παρουσίαση για την παιδική εργασία από την Γιώτα Ανδροπούλου 





Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Ελεύθεροι Πολιορκημένοι

Εργασίες μαθητών μετά τη διδασκαλία του ποιήματος του Δ.Σολωμού




                                                                                                       1 Απριλίου 1826
Αγαπητό μου ημερολόγιο
Η κατάσταση έχει αρχίσει να γίνεται τραγική… Δεν αρκούν πλέον για να μας ενθαρρύνουν οι ηρωισμοί. Δεν έχουμε πια κανένα μέσο για να συντηρηθούμε. Πολλά είναι τα βάσανα που υπομένουμε. Καταντήσαμε να τρώμε ακάθαρτα ζώα, ενώ πολλές είναι οι αρρώστιες λόγω της πείνας, της δίψας. Όσο για το κρύο… τι ψύχος! Δεν αντέχω άλλο! Κοιτάω γύρω μου και το μόνο που βλέπω είναι δυστυχία. Πόσο θα αντέξουμε; Και πότε θα τελειώσει όλο αυτό; Οι δυνάμεις μας έχουν αρχίσει να μας εγκαταλείπουν, αλλά όσο κι αν πονάμε, δε θέλουμε να τα παρατήσουμε. Ή μήπως πρέπει; Δεν ξέρω… Πεινάω τόσο που δεν μπορώ να σκεφτώ πια!...
                                                                                                                 Χριστίνα Δρόσου






                                                                                                                              15  Μαρτίου  1826 
Αγαπητό   μου  ημερολόγιο 
Σήμερα, δυστυχώς,  έχουμε άλλη μια μίζερη μέρα της πολιορκίας εδώ, στο Μεσολόγγι. Η πείνα, αλλά και οι μάχες που γίνονται  όσο πάνε και θεριεύουν ακόμα περισσότερους. Οι εχθροί, και συγκεκριμένα οι Τούρκοι, με δελεαστικά φαγητά και αγνό καθαρό νερό, μας προκαλούν να παραδοθούμε. Εμείς κάνουμε την καρδιά μας πέτρα και το στομάχι μας κόμπο και τους λέμε:  «Δεν πειράζει, φάτε τα εσείς. Εμείς ακόμα αντέχουμε». Ημερολόγιο, νομίζω ότι δεν θα αντέξω για πολύ. Πονάω και στο στομάχι και στο μυαλό από την έλλειψη φαγητού και ύπνου. Με έχει περιβάλλει, εκτός από τους εχθρούς , η θλίψη και η απόγνωση για τα δεινά που αντιμετωπίζουμε οι Μεσολογγίτες. Έχω χάσει γονείς και αδέρφια στις αντεπιθέσεις μας. Η μητέρα μου μαζί με τους δύο μεγαλύτερους αδελφούς μου και τον πατέρα μου κατά τον Φεβρουάριο μετά από μία ξαφνική, αλλά συνάμα αποτελεσματική επίθεση των εχθρών, αποφάσισαν να πάνε να τους αποκρούσουν. Όμως ποτέ δεν γύρισαν. Εμένα μου είχαν υποσχεθεί ότι θα επιστρέψουν και μου είχαν πεί να μείνω εδώ, ώστε να προστατευθώ. Παρ’όλα αυτά μέχρι και σήμερα με φροντίζει η θεία μου, η Νίκη, η οποία είναι μία πραγματική Μεσολογγίτισσα. Σήμερα όμως ημερολόγιο, κάτι πρωτόγνωρο έγινε. Όλοι οι Μεσολογγίτες, οι Μεσολογγίτισσες και οι Σουλιώτες συγκεντρώθηκαν στο σπίτι της Κυρά Βασιλικής και αποφάσισαν κάτι. Αποφάσισαν, στις αρχές του Απρίλη να κάνουμε μια έξοδο την νύκτα και να φύγουμε από το ετοιμοθάνατο Μεσολόγγι, ώστε να γλιτώσουμε και τον θάνατο και την παράδοση στους εχθρούς. Εμένα μου άρεσε η ιδέα και θα ήθελα πολύ να συμμετάσχω σε αυτήν την έξοδο. Παρ’όλα αυτά υποπτεύομαι αυτόν τον Βούλγαρο που είχαμε αιχμαλωτίσει πρίν την πολιορκία, που ναι μεν έχει γίνει Ορθόδοξος Χριστιανός, αλλά στα μάτια του δε, βλέπω προδοσία. Αλλά μετά που το σκέφτομαι το ξεχνάω. Δεν νομίζω να μας γίνει εμπόδιο. Πιστεύω ότι τελικά θα μας βοηθήσει. Ας ελπίσουμε λοιπόν αγαπητό μου ημερολόγιο, ότι αυτή η έξοδος που λένε θα πετύχει και θα ζήσουμε όλοι ευτυχισμένοι και με μακροβιότητα.        
                                                                                                                          Μάνος Κιαπόκας

 Βίντεο από την Ελένη Καλαμπάκα





Και εδώ διαδραστικές αφίσες από την Αμαλία Χαρμαντά



και τον Αιμίλιο Τσεσμεζή