Αγαπητή Αγγελική,
Ξέρεις πως το όνειρό μου πάντα ήταν να κάνω τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Οι καιροί αυτοί είναι δύσκολοι από όποια πλευρά και αν το δεις.
Ο Δήμαρχος της πόλης καιρό με παρακαλούσε να φτιάξω ένα γεφύρι για να μπορούν οι συμπολίτες μας να πηγαινοέρχονται χωρίς κόπο, δρόμο και κούραση. Ήμουν σε σκέψεις καθώς από την μία ήθελα να κάνω το σωστό για τον λαό μου μα και από την άλλη θα ήταν μεγάλη κούραση και δεν ήθελα να λείπω και πολύ από το σπίτι. Εν τέλει διάλεξα το πρώτο, βρήκα πιστούς και εργατικούς βοηθούς και όλοι μαζί μέρα, νύχτα δουλεύαμε πάνω στο έργο.
Θυμάσαι πόσο κουρασμένος γύρναγα σπίτι και πόσο
νωρίς σηκωνόμουν την άλλη μέρα για να συνεχίσω τη δουλειά. Ο καιρός όμως
πέρναγε και το έργο δεν έλεγε να
τελειώσει. Κάθε βράδυ γκρεμιζόταν για άγνωστους λόγους.
Όλοι
θέλαν να τα παρατήσουν μέχρι τη μέρα που ένα πουλί μας είπε πως αυτό το γεφύρι
μόνο με μία ανθρώπινη θυσία θα στέριωνε και μάλιστα με εσένα. Τη στιγμή που το άκουσα
πήγα να λιποθυμήσω. Δεν άντεχα ούτε στη σκέψη. Και τότε συνειδητοποίησα πως θα
έπρεπε να πάρω μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις της ζωής μου. Να χαραμίσω
όλο τον κόπο και τη δουλειά ολονών και να εξασφαλίσω τη σωτηρία σου ή να σε
θυσιάσω και έτσι να βοηθήσω όλο τον υπόλοιπο κόσμο;
Ήμουν
αναποφάσιστος μέχρι και την τελευταία στιγμή .Είπα στο πουλί να σου πει να
έρθεις εδώ όσο πιο αργά γινόταν για να είχα το χρόνο να πάρω τη σωστή απόφαση.
Όμως το πουλί από ότι κατάλαβα σου είπε το αντίθετο. Δεν μπορείς να φανταστείς
πόσο στεναχωρήθηκα τη στιγμή που σε είδα και πόσο θύμωσα όταν ο εργάτης σου
είπε πως έχω χάσει το δαχτυλίδι του γάμου μας.
Τότε
όμως κατάλαβα πως δεν είχα άλλη επιλογή, βλέποντας τους άλλους να έχουν πάρει
ήδη την απόφαση για εμένα. Ελπίζω να καταφέρεις να δεις τα πράγματα και από τη
δική μου πλευρά και να με συγχωρέσεις.
Γιάννης
Η Γεωργία Κρητικού (Γ3) έγραψε εξ ονόματος του Γιάννη, του πρωτομάστορα