Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2022

Του δικού μας γεφυριού





















Αναρωτιέστε τι σκεφτόταν η λυγερή,η όμορφη γυναίκα του Πρωτομάστορα τις τελευταίες της ώρες;Τι θα έγραφε ,αν είχε μολύβι και χαρτί; Δεν έχετε παρά να διαβάσετε όσα έγραψε με πειστικό τρόπο η 
Κατερίνα Πούτου  του Γ3.

Υ.Γ. Η Κατερίνα επιμελήθηκε και το χαρτί παρακαλώ,το οποίο έκαψε στις άκρες δίνοντας του μια όψη πεπαλαιωμένου.








                       
                                                                                                                                               25/6/1864
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
     Έχω μεγάλη ανάγκη να μιλήσω μαζί σου, καθώς βρίσκομαι μονάχη περιμένοντας την ώρα του θανάτου. Χρειάζομαι κάποιον να εκμυστηρευτώ τα αισθήματα που με κυριεύουν, τους αβάσταχτους πόνους μου καθώς και την κακή μοίρα που με βρήκε.
     Ήταν μία ηλιόλουστη μέρα. Ήμουν στο σπιτικό μου και καταπιανόμουν με τις οικιακές εργασίες. Ξάφνου ένα πουλί με ανθρώπινη λαλιά, στάθηκε και αναφώνησε πως η παρουσία μου στο γεφύρι επείγει. Έτσι, έσπευσα απευθείας να ντυθώ και χαρούμενη κατέφθασα στο γεφύρι, αγνοώντας τις προθέσεις του άντρα μου να με θυσιάσει χάρη του γεφυριού. Φθάνοντας, διέκρινα στο βλέμμα του αισθήματα θλίψης και αγωνιάς. Περίεργη ρώτησα τι συμβαίνει. Απευθείας, ένας από τους εργάτες, εξήγησε πως τάχα είχε πέσει το δαχτυλίδι του συζύγου μου μέσα στην πρώτη Καμάρα του γεφυριού και πως υπήρχε δυσκολία να βρεθεί κάποιος να το αναζητήσει. Με αυτόν το δόλιο τρόπο, με ώθησαν να κατέβω στα θεμέλια. Εγώ έχοντας πλήρη άγνοια για το φονικό σχέδιο που κρυβόταν πίσω από το φαινομενικά αθώο αυτό συμβάν, προθυμοποιήθηκα να κατέβω, να το βρω και να το φέρω. Στην σκέψη μου, το φονικό αυτό φαινόταν σαν ένα απλό θέλημα που θα χαροποιούσε τον άντρα μου και θα του χάριζε και πάλι την καλή του διάθεση. Πολύ σύντομα όμως και προτού φτάσω μέχρι το βάθος των θεμελίων, ζήτησα να με τραβήξουν πάλι πάνω, διότι η αναζήτηση του δαχτυλιδιού έμοιαζε μάταιη. Ωστόσο, εκείνη ακριβώς τη στιγμή τίθεται σε εφαρμογή το φονικό εις βάρος μου σχέδιο και αρχίζουν οι μάστορες να με θάβουν ζωντανή στα θεμέλια του γεφυριού. Το χειρότερο ήταν πώς ο ίδιος ο άντρας μου, πήρε και έριξε στα θεμέλια μία μεγάλη πέτρα, επισφραγίζοντας έτσι με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο πως η θυσία μου γίνεται με τη συναίνεση του. Κατάλαβα αμέσως πως με θυσίαζαν για να διασφαλιστεί το στέριωμα του γεφυριού, χωρίς όμως να το γνωρίζω και αδιαφορώντας για τη θλίψη, την αγωνία και τον πόνο που αισθάνομαι για ότι μου συμβαίνει. Η πίκρα και η οργή μου, για τον δόλιο τρόπο με τον οποίο ο ίδιος μου ο άντρας με πρόδωσε και με οδήγησε στο θάνατο, με κυρίευσαν και με ανάγκασαν να ρίξω μία βαριά κατάρα στο γεφύρι που θα αποτελέσει τον τάφο μου. Ωστόσο, οι δολοφόνοι μου, ζήτησαν να αλλάξω Την κατάρα μου, υπενθυμίζοντας μου πως έχω έναν μονάκριβο αδερφό στην ξενιτιά, ο οποίος κινδύνευε να πέσει θύμα της Κατάρας αυτής. Έτσι, αναγκάστηκα να αντιστρέψω τον λόγο μου, διασφαλίζοντας στο γεφύρι πλήρη σταθερότητα και ασφάλεια.
   Tώρα που σου εκμυστηρεύτηκαν τους καημούς μου, νιώθω ένα βάρος να με εγκαταλείπει. Προτού όμως σωπάσω για πάντα, θα ήθελα να ευχηθώ στον αδερφό μου να μην αποκτήσει το ίδιο ριζικό με εμένα και τις αδελφές μου αλλά αντιθέτως να ζήσει μία ζωή γεμάτη ευτυχία.
                                                                                                                                          Σε αποχαιρετώ
                                                                                                                                              Λυγερή




                                                                    
                                                                                                                               
 Με παρόμοια λογική σκέφτηκε και ο Δημήτρης Καλογήρου (Γ3),ο οποίος βούτηξε το χαρτί σε τσάι  και κουρμουμά θέλοντας να δείξει το χρόνο που πέρασε...





   17/10/1612
Αγαπητό μου ημερολόγιο, 
  είμαι απίστευτα εξοργισμένη και στεναχωρημένη, αλλά όσο και να φωνάξω και να νευριάσω και να κλάψω γνωρίζω ότι τίποτα δε μπορεί να γυρίσει το χρόνο πίσω, μιας και είναι προφανές ότι ποτέ κανένας δεν μπόρεσε να αλλάξει το ριζικό του, διότι ό,τι γράφει δεν ξεγράφει. Θέλω κάπου να ξεσπάσω γι' αυτό που μου συνέβη και δεν βρίσκω άλλο τρόπο από το να σου διηγηθώ τα γεγονότα και να σου περιγράψω πως νιώθω. Θα είμαι όμως αρκετά σύντομη, γιατί δε μου μένει ακόμα πολύς χρόνος για να ζήσω, καθώς σε λίγα λεπτά δε θα μπορώ να αναπνεύσω - ήδη δυσκολεύομαι -. Ας τα πάρω τα πράγματα από την αρχή. Εδώ και κάποιες μέρες ο άντρας μου μαζί με τους βοηθούς του προσπαθούν να φτιάξουν ένα γεφύρι, το οποίο όμως κάθε βράδυ γκρεμίζεται και δε μπορεί να στεριώσει με τίποτα. Γι' αυτό όπως φαίνεται αποφάσισαν αυτοί για μένα και με μεγάλη ευκολία με θυσίασαν χωρίς καν να ερωτηθώ. Νιώθω τόσο ανόητη που αγάπησα έναν άνθρωπο που για λίγη δόξα με "πουλάει" τόσο φθηνά και μετανιώνω την ώρα και τη στιγμή που τον γνώρισα. Με ξεγέλασε για τα καλά και αυτός και όλοι οι υπόλοιποι. Προφανώς, είχαν συνεννοηθεί από πριν για την παγίδα που μου έστησαν. Έτσι, ήρθε ένα πουλί και μου είπε να πάω όσο το δυνατόν γρηγορότερα στο μέρος όπου χτίζεται το γεφύρι. Όπως καταλαβαίνεις βιάζονταν να με παγιδεύσουν. Εγώ μες στην τρελή χαρά έτρεξα προς τα εκεί σκεπτόμενη ότι με χρειάζονται για κάτι, όπως όλες τις προηγούμενες μέρες. Τόσο μου "έκοψε" κι εμένα. Ήμουν τόσο αφελής που πίστεψα ένα ανόητο πουλί λες και μου είναι ότι πιο συνηθισμένο να παίρνω εντολές από ένα μη ανθρώπινο ον. Φτάνοντας εκεί, ένας από τους εργάτες μου είπε πως ο σύζυγός μου είναι αρκετά στεναχωρημένος, καθώς το δαχτυλίδι του έπεσε στα θεμέλια του κτίσματος. Κι εγώ ως μια ανυποψίαστη και εύπιστη γυναίκα έσπευσα να του το φέρω. Στη μέση όμως της διαδρομής σαν κάτι να μου είπε μέσα μου να μη συνεχίσω και να επιστρέψω πίσω. Κι αυτό ζήτησα. Να με ανεβάσουν. Αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Το κόλπο τους είχε πιάσει. Κανένας τους δε με λυπήθηκε. Ούτε καν ο ίδιος μου ο άντρας. Με κατέβασαν ακόμα πιο βαθιά προκειμένου να με εγκλωβίσουν. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο σύζυγός μου ήταν αυτός που για να με παγιδεύσει σήκωσε και έβαλε τον μεγαλύτερο λίθο. Ένιωσα τόσο προδομένη. Σαν να μην τον ένοιαζαν όλα αυτά τα χρόνια που περάσαμε μαζί... Σαν να μη τα ζήσαμε ποτέ... Σαν να ήμουν ξένη για εκείνον που με μεγάλη ευκολία μπορεί κανείς να ξεφορτωθεί... Μα τι λέω; Ούτε σε έναν ξενο δεν έχεις το δικαίωμα να του στερήσεις τη ζωή... Ούτε καν στον χειρότερο εχθρό σου... Πόσο μάλλον σε έναν δικό σου άνθρωπο που υποτίθεται ότι νοιάζεσαι και αγαπάς περισσότερο από κάθε άλλο στον κόσμο. Τα έχω χαμένα. Νιώθω ότι είναι απλά ένας εφιάλτης και θα ξυπνήσω. Νιώθω γελοία που τον εμπιστεύτηκα και που αφιέρωσα όλη μου τη ζωή πάνω του. Και τώρα τι; Ποιο το νόημα; Με ωραίο τρόπο μου ξεπληρώνει όλες τις θυσίες που είχα κάνει για εκείνον και όλη την αγάπη που του είχα. Τόσοι άνθρωποι εκεί ένας δε βρέθηκε να με λυπηθεί; Το έχει όμως όπως φαίνεται η μοίρα της οικογένειάς μου να θυσιαζόμαστε για άψυχα πράγματα χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Όταν συνέβη ό,τι συνέβη, η πρώτη μου αντίδραση ήταν μίσος και θυμός και γι' αυτό καταράστηκα να μη στεριώσει ποτέ αυτο το γεφύρι και κάθε άνθρωπος που το διανύει να σκοτώνεται. Ακόμα κι εκείνη τη στιγμή όμως, αυτοί οι άνθρωποι... ή μάλλον αναίσθητοι άνθρωπο - που δεν είναι άξιοι να λέγονται άνθρωποι - με εκβίασαν ψυχολογικά χτυπώντας με στο πιο αδύνατο σημείο μου. Μου υπενθύμισαν ότι αυτή η κατάρα μπορεί να επηρεάσει ακόμα και τον αδερφό μου -τον μόνο επιζώντα από την οικογένεια-. Έτσι, αναγκάστηκα να την πάρω πίσω. Αλλά αυτό δε με πείραξε και τόσο εν τέλει. Ούτως ή άλλως δε μου φταίει και σε τίποτα ο ανυποψίαστος περαστικός διαβάτης. Αν εξαιτίας της κατάρας μου πέθαινε όποιος πέρναγε από εκεί τότε δε θα διέφερα και πολύ από εκείνους που μου στοιχίζουν τη ζωή. Όπως και να 'χει ο τροχός γυρίζει. Και είμαι σίγουρη ότι κάποια στιγμή θα πληρώσουν γι' αυτο που μου προκάλεσανΚανένας δε μένει ατιμώρητος. Στο τέλος, ανεξάρτητα από το ποιοι και τι είναι, όλοι παίρνουν αυτό που πραγματικά τους αξίζει. Απλά νιώθω τόσο μίσος γι' αυτούς τους ανθρώπους και γενικότερα για όλους όσους νομίζουν ότι έχουν το "πάνω χέρι" και μπορούν να αποφασίζουν για τις ζωές των άλλων νομίζοντας ότι είναι απλά κτήμα τους. Ως πότε οι γυναίκες θα είναι υποβιβασμένες και θα έρχονται πάντα σε δεύτερη μοίραΩς πότε θα μάθουν ορισμένοι ότι κανένας δεν είναι κτήμα κανενόςΩς πότε θα ζούμε σε μία κοινωνία που την ενδιαφέρουν μόνο τα υλικά αγαθά αγνοώντας τους ανθρώπους τηςΩς πότε; Επειδή νιώθω ότι μου απομένουν ελάχιστα δευτερόλεπτα, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για όλες εκείνες τις φορές που με άκουσες και με υπέμεινες. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να σε αποχαιρετήσω μια για πάντα...
                                                                                                                                                   Με αστείρευτη αγάπη...

Εκ μέρους της γυναίκας του πρωτομάστορα  έγραψε η Εύα Σταματίου ((Γ3)







Αγαπητή Αγγελική,

Ξέρεις πως το όνειρό μου πάντα ήταν να κάνω τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Οι καιροί αυτοί είναι δύσκολοι από όποια πλευρά και αν το δεις.

 Ο Δήμαρχος της πόλης καιρό με παρακαλούσε να φτιάξω ένα γεφύρι για να μπορούν οι συμπολίτες μας να πηγαινοέρχονται χωρίς κόπο, δρόμο και κούραση. Ήμουν σε σκέψεις καθώς από την μία ήθελα να κάνω το σωστό για τον λαό μου μα και από την άλλη θα ήταν μεγάλη κούραση και δεν ήθελα να λείπω και πολύ από το σπίτι. Εν τέλει διάλεξα το πρώτο, βρήκα πιστούς και εργατικούς βοηθούς και όλοι μαζί μέρα, νύχτα δουλεύαμε πάνω στο έργο.

Θυμάσαι πόσο κουρασμένος γύρναγα σπίτι και πόσο νωρίς σηκωνόμουν την άλλη μέρα για να συνεχίσω τη δουλειά. Ο καιρός όμως πέρναγε και το έργο δεν  έλεγε να τελειώσει. Κάθε βράδυ γκρεμιζόταν για άγνωστους λόγους.

 Όλοι θέλαν να τα παρατήσουν μέχρι τη μέρα που ένα πουλί μας είπε πως αυτό το γεφύρι μόνο με μία ανθρώπινη θυσία θα στέριωνε και μάλιστα με εσένα. Τη στιγμή που το άκουσα πήγα να λιποθυμήσω. Δεν άντεχα ούτε στη σκέψη. Και τότε συνειδητοποίησα πως θα έπρεπε να πάρω μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις της ζωής μου. Να χαραμίσω όλο τον κόπο και τη δουλειά ολονών και να εξασφαλίσω τη σωτηρία σου ή να σε θυσιάσω και έτσι να βοηθήσω όλο τον υπόλοιπο κόσμο;

 Ήμουν αναποφάσιστος μέχρι και την τελευταία στιγμή .Είπα στο πουλί να σου πει να έρθεις εδώ όσο πιο αργά γινόταν για να είχα το χρόνο να πάρω τη σωστή απόφαση. Όμως το πουλί από ότι κατάλαβα σου είπε το αντίθετο. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο στεναχωρήθηκα τη στιγμή που σε είδα και πόσο θύμωσα όταν ο εργάτης σου είπε πως έχω χάσει το δαχτυλίδι του γάμου μας.

 Τότε όμως κατάλαβα πως δεν είχα άλλη επιλογή, βλέποντας τους άλλους να έχουν πάρει ήδη την απόφαση για εμένα. Ελπίζω να καταφέρεις να δεις τα πράγματα και από τη δική μου πλευρά και να με συγχωρέσεις.

                                                                                                                            Ο σύζυγός σου

                          Γιάννης


Η Γεωργία Κρητικού (Γ3)  έγραψε εξ ονόματος του Γιάννη, του πρωτομάστορα 














Δημιουργικές εργασίες στην " 'Αννα του Κλήδονα"

   

Ένα γράμμα για την Άννα της Χαριτωμένης Αργυράκη από το Β3


Αγαπητή Άννα                                                                                                       

Σου γράφω αυτό το γράμμα, γιατί βλέπω πως έχεις παραντουρήσει λιγάκι. Την ημέρα του Αϊ-Γιάννη, όταν έβαλες το ριζικάρι σου στα κεραμίδια σου, η απάντηση που επιθυμούσες και πήρες δεν ήρθε από τον Άγιο, αλλά από τον Αναστάση τον φιρφιρή. Αυτός έριξε τα ψίχουλα στο ταψί.Ήθελε  να σου κάνουμε πλάκα, αλλά βλέπεις πού να φανταστούμε ότι εσύ θα τα πίστευες όλα αυτά και θα έτρεχες σαν τη στολισμένη σκούνα από φούρνο σε φούρνο για να βρεις γαμπρό;!

            Αννούλα, μη στενοχωριέσαι!Θα βρεις την τύχη σου! Σταμάτα να την ψάχνεις εσύ και άσε αυτήν να σε βρει.

                                                                                    Διαμαντής








                                                      Άλλο τέλος για το διήγημα από τη Σοφία Τσιλιβίγκου του Β3


    Ένα πονηρό και αρκετά κακό παιδί μάλωσε με τους φίλους του και έτσι σηκώθηκε και πήγε σε μία άλλη παρέα. Την ημέρα του Αϊ- Γιαννιού του Κλήδονα! Το παιδί αυτό άρχισε να λέει  στην παρέα πως μπορούν να γελάσουν πολύ, αν κάνουν μία ωραία φάρσα, κι αυτοί συμφώνησαν! Το παιδί τότε άρχισε να τους λέει πως ένα έθιμο του Αϊ - Γιάννη του Κλήδονα είναι να αφήσεις ένα ταψί έξω όλη τη νύχτα με στάχτη, για να εμφανιστεί ο άγιος ή ένα σημάδι του. Και μάλιστα τους είπε "Με το ψωμί αυτό που κρατώ θα πάμε στο σπίτι μιας κοπέλας  που ξέρω ότι ψάχνει πολύ καιρό για άντρα και θα της βάλουμε μερικά ψίχουλα να νομίζει πως θα παντρευτεί φούρναρη"!

    Τα παιδιά συμφώνησαν και της έριξαν εύκολα τα  ψίχουλα μιας και η Άννα κοιμόταν. Λίγο πριν τα παιδιά πάρουν το δρόμο του γυρισμού, την ώρα που άρχισαν να περπατούν προς τα σπίτια τους άκουσαν μία φασαρία…Και τι να δουν;  Κοράκια  να κράζουν πετώντας πάνω από το ταψί και να τρώνε τα ψίχουλα μιας και ήταν πεινασμένα!

  Τα παιδιά έκπληκτα δεν παράτησαν τη φάρσα αλλά σκαρφίστηκαν  ήδη άλλη μία.Καθώς  προχωρούσαν , λίγο πιο κάτω ,σε έναν δρόμο  συνάντησαν  έναν  19χρονο που  περπατούσε για να πάει σε ένα άλλο χωριό μακριά από το δικό τους  και τότε  τα παιδιά του είπαν να τους κάνει μία χάρη... Αυτός δέχτηκε υπό έναν όρο: Να της φανερώσουν  τη φάρσα το επόμενο πρωί. Τα παιδιά στράβωσαν τα δάχτυλά τους πίσω από την πλάτη τους και δέχτηκαν και έτσι ο νεαρός ρώτησε τι έπρεπε να κάνει... Τα παιδιά αφού του εξήγησαν  τι έπρεπε  να κάνει , άρχισαν τη φάρσα...

    Ένα παιδί από την παρέα ονόματι  Πέτρος ανέβηκε στις σκάλες του σπιτιού της και της χτύπησε την πόρτα...( τικ, τακ, τικ, τακ).Αυτή ξύπνησε και άνοιξε την πόρτα ενθουσιασμένη μήπως ήταν αυτό που περίμενε. Τότε είδε μπροστά της ένα μικρό αγόρι να της λέει: « Είναι ένας που σήμερα σε έψαχνε όλη την ημέρα...»

     Αυτή, αφού ντύθηκε όσο πιο όμορφα μπορούσε, κατέβηκε κάτω και κάθισε σε ένα πεζουλάκι   που καθόταν  και αυτός! Αφού συστήθηκαν, άρχισαν  να μιλάνε... Μετά από μία ώρα περίπου σύμφωνα με το σχέδιο ο Πέτρος έτρεξε στο στενό που ήταν ο νεαρός με την Άννα και  είπε ο νεαρός:  "Θέλω να σου φέρω κάτι"! Η Άννα σκεφτόταν: "Αυτός είναι που θα με παντρευτεί σίγουρα και τώρα θα πάει, να μου φέρει μμμμ... ένα δαχτυλίδι, ένα λουλούδι;;; Δεν ξέρω". Ενώ το σχέδιο ήταν: ο νεαρός μόλις πετάξει αυτή τη φράση να φύγει και να μην ξανάρθει, να μην την ξαναδεί!!!

     Η Άννα καθόταν στο πεζουλάκι  αμίλητη να κοιτάει το στενό. Συλλογιζόταν πότε θα έρθει και τι θα της φέρει! Περίμενε πολλή ώρα... Ώσπου σηκώθηκε και πήγε να τον βρει με τη σκέψη  ότι δεν την παράτησε, αλλά χάθηκε! Και πήγε να τον βρει! Έψαχνε και έψαχνε… Μα δεν τον έβρισκε και η παρέα γελούσε πολύ!

     Τέλος το πρωί όλο το χωριό και οι γονείς της ήταν στο πόδι ψάχνοντας την! Τα παιδιά με χαρά που πέτυχαν ακριβώς τη φάρσα που ήθελαν, αλλά και με τύψεις που χάθηκε, ψάχνουν παντού μέχρι και στο δάσος που πιθανόν να είχε πάει για να τον ψάξει! Αλλά εδώ και εβδομάδες κανένα σημάδι δεν έχει εμφανιστεί για την εξαφάνιση της...!


Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022

Ζωγραφίζοντας την τρίπλα των ονείρων

 Οι παρακάτω ζωγραφιές είναι εμπνευσμένες από το διήγημα του Δ.Μίγγα  "Η τρίλα των ονείρων" 


                                                      Γωγώ Σταμπουλή    (Β4)


                                                  


                                                              Σεμίνα Καβρουδάκη (Β3)



 


                                                            Προκόπης Δρυμούσης (Β3)




                                                       Στέλλα Κολιοπούλου (Β1)



                                                               Ρουμπένς Σαλίου(Β4)



Γιώργος Γκλίστης (Β1) 

                                                     

                                                         Στέφανος Καβαλάρης    (Β1)