Ένα από τα κείμενα με τα οποία ξεκινάμε το ταξίδι μας στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β΄Γυμνασίου είναι η Άννα του Κλήδονα,από το βιβλίο του Διαμαντή Αξιώτη "Ξόβεργα με μέλι"
Το απόσπασμα που διαπραγματευόμαστε μπορείτε να το διαβάσετε εδώ
Ζωγραφιά του Κλήδονα από την Κατερίνας Πούτου
Αφού γνωρίσαμε την ηρωίδα του,προσπαθήσαμε να σκιαγραφήσουμε την προσωπικότητά της και συζητήσαμε για τις συνέπειες της φάρσας των αγοριών.
Τα αγόρια σχεδιάζουν τη φάρσα. Ἐτσι τα φαντάστηκε η Ελευθερία Σιτζάκη
Ακολουθούν εργασίες δημιουργικής γραφής:
Να δώσετε ένα διαφορετικό τέλος στην ιστορία
Το επόμενο πρωί, όταν η Άννα είδε το ταψί με τις στάχτες, απογοητεύτηκε επειδή δεν υπήρχε κανένα σημάδι. Τη νύχτα, λίγο πριν ξημερώσει, ένα από τα παιδιά που τις έκαναν τη φάρσα πήγε κρυφά και πήρε τα ψίχουλα από το ταψί καθώς αισθάνθηκε τύψεις για την κοπέλα. Το πρωί λοιπόν καθώς η Άννα κοιτούσε το ταψί και αναρωτιόταν γιατί ο Άγιος δεν της έστειλε κάποιο σημάδι, την πλησίασε το αγόρι, κάθισε κοντά της και άρχισε να συζητάει μαζί της. Στο τέλος ημέρας το αγόρι της εκμυστηρεύτηκε τα συναισθήματα της. Μετά από 30 χρόνια βρίσκουμε την Άννα και το αγόρι να είναι παντρεμένοι και ευτυχισμένοι και να φροντίζουν τα παιδιά τους.
Άννα Τρύφωνα
Η Άννα γεμάτη ελπίδα πήρε λίγη από την ζεστή στάχτη και την έριξε γρήγορα στα κεραμίδια του σπιτιού της. Κουρασμένη όπως ήταν, έπεσε για ύπνο γεμάτη άγχος ,αλλά και ελπίδα πως αυτή τη φορά θα μάθει κάτι για το άντρα που θα παντρευτεί . Κατά τα μεσάνυχτα ξύπνησε γιατί δίψασε. Τότε όμως άκουσε θόρυβο και πατήματα στην κεραμοσκεπή . Αναρωτήθηκε αν είναι οι μοίρες ή κάποιος κλέφτης .Με φόβο κοίταξε κρυφά από το παράθυρο .
Και τότε τα έχασε .Είδε τον Αναστάση και κάνα δύο ακόμα αγόρια να σκορπίζουν στα κεραμίδια της κομμάτια από ψωμί . Αμέσως κατάλαβε τι ακριβώς συνέβαινε .Θύμωσε πολύ για την κοροϊδία που της ετοιμάζανε . Σκέφτηκε να τους εκδικηθεί χωρίς καθυστέρηση. Έτρεξε στην αυλή σίγουρη πως είχαν ανέβει στη σκεπή με σκάλα . Την πήρε και την έκρυψε χωρίς να την καταλάβουν .Μπήκε στο σπίτι και κοίταζε από το παράθυρο . Σε λίγη ώρα άκουσε φασαρία ,φωνές και μαλώματα .Ο ένας θύμωνε με τον άλλον που δεν μπορούσαν να κατέβουν. Στο τέλος ξύπνησε όλη η γειτονιά .Τα αγόρια έγιναν ρεζίλι ενώ η Άννα χαιρόταν .
Μαρία Κουτσούκου
Η γειτονιά της Άννας.
Ζωγραφιά της Γεωργίας Κρητικού.
Να γράψεις ένα διαφορετικό τέλος της ιστορίας.
Μια μέρα μετά του Άι Γιαννιού, που η Άννα είχε ήδη μαζέψει στάχτες από τις φωτιές, τις είχε βγάλει έξω στο μπαλκόνι μέσα σε ένα ταψί και περίμενε να της φανερώσει ο Άγιος κάποιο σχέδιο με τα χέρια του πάνω στην άμμο. Τα παιδιά πήγαν και σχεδίασαν με τα δάχτυλά τους ένα τυχαίο επάγγελμα. Το επάγγελμα αυτό ήταν φούρναρης. Από τότε η Άννα πήγαινε κάθε πρωί σε όλους του φούρνους της περιοχής της, στολισμένη και αγόραζε ψωμί, για να γνωρίσει τον μελλούμενο άντρα της. Ένα πρωί έμαθε ότι λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι της, χτίζεται ένας φούρνος. Μόλις ήταν έτοιμος και έγιναν τα εγκαίνια, πρώτη και καλύτερη πήγε και εκεί βρισκόταν και το τυχερό της. Συναντήθηκε με έναν από τους καλεσμένους των εγκαινίων ο οποίος ήταν ένας όμορφος, ψηλός, ξανθός και γαλανομάτης άντρας και έδειξε αμέσως το ενδιαφέρον του για εκείνη. Το ίδιο έκανε και η Άννα. Αφού λοιπόν γνωρίστηκαν και έδειχναν και οι δύο γοητευμένοι με την παρουσία του άλλου κατάλαβαν πόσο πολύ ταιριάζουν και ποιο θα έπρεπε να ήταν το επόμενο βήμα, δηλαδή ο γάμος. Παντρεύτηκαν σε ένα μικρό εκκλησάκι και έπειτα από ένα χρόνο απέκτησαν και παιδί. Το συμπέρασμα είναι λοιπόν, ότι αν τα παιδιά δεν είχαν πραγματοποιήσει την φάρσα πολύ πιθανόν να μην παντρεύονταν ποτέ. Χάρη στη φάρσα των παιδιών η Άννα πραγματοποίησε το όνειρο της.
Σταματίου Παρασκευή Β3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου